Μια αρθρωτική διαταραχή είναι λίγο έως πολύ η πιο συνηθισμένη αλλά και η σχετικά ευκολότερη περίπτωση που καλείται να αντιμετωπίσει ένας λογοθεραπευτής.
Ή μήπως όχι;
Όταν πρόκειται να διορθώσουμε έναν ήχο της ομιλίας (ένα ρ ή ένα σ αν θέλετε να το πούμε πιο απλά) δεν κάνουμε μόνο αυτό. Μπορεί να είναι μια διαδικασία που θα ολοκληρωθεί σε λίγες συνεδρίες στην καλύτερη περίπτωση, αλλά ΟΧΙ ΠΑΝΤΑ.
Τα παιδιά με δυσκολίες στην παραγωγή των ήχων της ομιλίας μπορεί να δυσκολεύονται επίσης και στην αντίληψη των ήχων αυτών και στο να μάθουν νέο λεξιλόγιο.Η επίγνωση των ήχων της ομιλίας διαφέρει από τον έλεγχο των οργάνων της ομιλίας για την παραγωγή τους. Τα παιδιά με τέτοιου τύπου διαταραχές στην ομιλία μπορεί να δυσκολεύονται σε έναν από αυτούς τους τομείς ή και στους δύο. Άρα η αξιολόγηση θα πρέπει να καλύπτει κάθε περίπτωση ώστε να γίνει σωστή επιλογή του κατάλληλου τρόπου προσέγγισης.
Έχουμε πάντα υπόψη ότι η αντίληψη της ομιλίας του παιδιού από κάποιον τρίτο μπορεί να διαφέρει ποιοτικά από τα δεδομένα του λογοθεραπευτή. Για κάποιους μπορεί να είναι «καλύτερη» ή να ακούγεται λιγότερο καλά από όσα δείχνουν τα στοιχεία μας. Έτσι λοιπόν αντιλαμβανόμαστε ότι ακόμα και μια «απλή» (ή μήπως όχι;) διαταραχή στην ομιλία μπορεί να επηρεάσει τη λειτουργική επικοινωνία του παιδιού. Η αντιμετώπιση λοιπόν πρέπει να είναι ολιστική για να υποστηρίξει κάθε πιθανή πλευρά της επικοινωνίας του.
Με όλα αυτά θέλω να καταλήξω στο εξής:Ας μη θεωρούμε δεδομένο πως ένα «απλό» (θα βάζω εισαγωγικά μέχρι να σβήσει ο ήλιος) ρ ή σ οφείλει να έχει διορθωθεί σε έναν μήνα ή σε ένα τρίμηνο ή σε δύο χρόνια ή σε οποιαδήποτε διάρκεια μας είπε ο παιδίατρος ή χρειάστηκε το ανιψάκι μας ή το άλλο μας παιδί.
Ας ακουμπήσουμε τις ανάγκες ΑΥΤΟΥ του παιδιού και ας το υποστηρίξουμε με τον τρόπο που χρειάζεται.
